Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2013

Θάνατος

Έτσι τη βλέπουμε κάποιοι τη ζωή

Έρμαια θανάτου,
μετράμε της αβύσσου μας τη ριξιά.
Τραγικά γελάμε,
τίποτα δεν μας ξυπνά,
τη ζωή μας σαν πονάμε,
που κουβαλάμε δίχως πάθος
να νιώθουμε
κανένα.

Άχθος κι ίλιγγος μόνο, 
απ' όλα αυτά που μας φορτώνουν
δίχως να μας ρωτάνε.

-Κάποτε βρίσκουμε παιχνίδια να σκοτώνουμε την πλήξη μας-

την ώρα μας σκορπάμε
ρόλους αλλάζουμε, χαμογελάμε 
και μας νομίζουμε αιώνιους.

Μα ο θάνατος δε γελιέται από ιδανικά.
Παντού παραφυλά.
Την πιο αδύναμη στιγμή μας, τη διψάει,
Να συρθούμε χάμου, να ξεψυχήσουμε ζητάει,
Και τότε ανήλεα μας χτυπάει.
Πληγή βαθιά σαν φέρουμε,
καταδίκη θανατική, που με τα χάδια τα εγκόσμια
δεν περνάει.

Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2013

Η μόνη ωραία σου σκέψη

Γιατί αυτή τον εσημάδεψε, όπως καμία άλλη

Χανόταν μέσ' τα όνειρά του για κείνη· για κείνη, που με στάλες ολοδρόσιστες και γαλανές, του πότιζε τη ψυχή, κρατώντάς τη ζωντανή· σαν τ' αγριολούλουδο, που παρά τ' αγκάθιά του, ήθελε τον ήλιο του για ν' ανθίσει.

Το φως εκατό ήλιων έζησε, κι όμως δεν ήτανε σα το δικό της· του μονάκριβού του φωτεινού αστεριού, που με τις ηλιαχτίδες του λαμπάδιαζε το δικό του σύμπαν. Αυτή, μόνο, μπορούσε να τον θαμπώσει. Το βλέμμα της, χίλιες φωτιές ανέδιδε, απ' τα κατάμαυρα της, τα φλογερά τα μάτια· όλο παράπονο για ένα μέλλον που δεν θα ζούσανε μαζί με τα δικά του. Το ήξερε στο βάθος της· κι ας μην ήθελε κάποτε να το πιστέψει.

Το πρόσωπό της γλαφυρό, σχημάτιζε λακκάκια όταν γέλαγε και πάνω τους γλίστραγαν τ' αστέρια που του χάριζε απλόχερα. φωτεινό κι ονειρεμένο μέστο θόλος που το περιέβαλε, κάποτε σκοτείνιαζε· χανόταν· πορευόταν μόνο του σε μέρη άλλα απ' τα επίγεια, που δεν μπορούσες ν' ακολουθήσεις. Ένα όνειρο μέσα σε όνειρο, μια άπιαστη και μαγική μορφή. Γιατί μια θολή ανάμνηση είναι όλα, κι όταν τα ζεις κι όταν τα σκέφτεσαι, ένα ιδανικό κι απατηλό συνάμα βίωμα, που μ' αυτό πορεύεσαι και συλλογιέσαι· πόσο ωραία είναι η σκέψη αυτή πράγματι. Η μόνη ωραία σου σκέψη.


Χίλιες φορές ευχήθηκα για 'να χάδι της. Μόνο ένα. Χίλιες φορές πήρα αλλονών τα χάδια. Κανένα δεν ήτανε σαν το δικό της, εκείνης της κοψιάς της τρομερής, που ξεσήκωνε με ρίγη τη ψυχή μου. Όλα κενά, ελαφρά κι ενίοτε οχληρά. Ο έρωτας, που για κείνη έχτισε τη φωλιά του βαθιά μέσα μου· και δεν δέχεται πάνω, στο βασιλικό θώκο από σύννεφα που της έταξε, άλλες ερωμένες. Είναι σκληρός· πονάει, μα αυτός είναι. Αληθινός μέσα στη γύμνιά του. Μοναδικός μόνο για κείνη. 

Πέμπτη 22 Αυγούστου 2013

Κουκλοθέρετρο

Μαμά μαμά, δες δες!
Κούκλες περπατάν, κούκλες που μιλάν,
και είναι κούφιες.

Μαμά μαμά, δες δες!
Κούκλες λαμπερές, κούκλες φανταχτερές, 
που μυρίζουν πτωμαΐνη.

Μαμά μαμά, δες δες!
Κούκλες οχληρές, κούκλες φαρμακερές
που τρων τα σωθικά τους.

Μαμά,
οι κούκλες μας γλυκοκοιτάν, οι κούκλες μας χαμογελάν!
Θέλουν κι εμάς να μας κάνουν κούκλες.


Τρίτη 20 Αυγούστου 2013

Για τον αυνανισμό

Και σαν βουλιάζεις και βουλιάζεις και ξεχνάς να σηκωθείς.

            Δύσκολοι καιροί για όμορφα λόγια σαν η εξουσία βαράει από παντού την πόρτα μας. Καταπιεσμένοι παντού και τάσεις πολλές ανάμεσα τους, σε συντρόφους θαρρώ, που λέν’ άλλα κι άλλα, προτάσεις στις τάσεις και προτάσεις επί τάσεων. Η ποικιλία είναι υγεία θα ‘λεγα, μα όταν τούτη εκδηλώνεται παραγωγικά. Όταν οι τάσεις καταλήγουν να γίνονται σέχτες, που αναπαράγουν ιδέες μεταξύ ομοϊδεατών, αυτοεπιβεβαιώνονται και βαυκαλίζονται, η κάποτε ίσως επαναστατική νοοτροπία μετατρέπεται σε συντηρητικό αυνανισμό μεταξύ νεκροζώντανων σκιών. Η δράση γίνεται αντίδραση και τα συναφή.

            Ζητάς μια κοινωνία ποικιλίας λες, μα θες τούτη να διέπεται απ’ τις δικές σου ιδεοληψίες κι αρχές. Είσαι αναρχικός εσύ ή κομμουνιστής; Καταπιεστής σαν είσαι και δεν το ‘χεις του νου σου; Αν πάμε απ’ των μασκαράδων την κυριαρχία στη δική σου θαρρείς πως θα ‘ναι ωφελιμότερο για την πλειοψηφία, έτσι πιστεύεις; Και πώς θες να μας πείσεις; Αυνανιζόμενος με λέξεις και ιδέες που μόνο ‘συ καταλαβαίνεις. Α, είμαι μικροαστός λες, σαν δεν συμφωνώ μαζί σου, αντιδραστικός, πράκτορας, απολιτίκ, χαζός! Δε μας γαμάς λέω γω, καπετάν - επαναστάτη. Αλλά έχουμε κι άλλους, μιας κάλπικης κοπής πλανευτές - σολιψιστές, απ' αυτούς τους προνομιούχους που δε δουλέψατε καν για να βιώσετε αυτά που κατακρίνετε. Επαναστάτες θε να ‘στε, που απ’ τη μαμά και το μπαμπά ζητάτε πεντάευρα, μα ‘χετε άποψη για όλα! Επαγγελματίες επαναστάτες, προς πάσα κατεύθυνση κτοξεύετε φλόγες απ’ τα ρουθούνια με μανία! "Εκμετάλλευση, καταπίεση, υποκρισία", βρυχάστε! Που ρε μαλάκα; Την ένιωσες να βράζει μεσ' το αίμα σου; Έζησες την υποκρισία αυτή να σου τρώει τις σάρκες όταν ο συνεργαζόμενός σου έκλεβε τα 0,3 ευρώ του μπουρμπουάρ σου; "Όχι, όχι, μα διάβασα Λένιν και Λούκατς!". Αλήθεια; Σε 'καναν μήπως να νιώσεις πως είναι να ξερνάν πάνω σου και να σου ζητούν, μετά διαταγών, να τα καθαρίσεις; Ή πώς αισθάνεσαι όταν σου κλέβουν τα δεδουλευμένα και σ’ απολύουν χωρίς αιτία βγάζοντάς σε και κλέφτη από πάνω; Αμφιβάλλω αν τα ‘ζησες και τα ‘νιωσες. Θα ‘σουν πιο προσγειωμένος αν τα ‘χες.

            Και μη με παρεξηγείς ήδη, σαν εύθικτη πριμαντόνα. Όταν λέω πιο προσγειωμένος δεν νοώ κάποια τυχόν έκπτωση σε ιδέες. Εννοώ να ‘σαι πιο ρεαλιστής με τους γύρω σου. Εσύ κάθεσαι κι αυνανίζεσαι μέσα από σκέψεις, στίχους, πράξεις που ‘χουν αντίκτυπο μόνο σ’ όσους αντίστοιχα είναι εκεί που είσαι. Μπράβο μαλάκα. Ωραία επανάσταση. Με τους άλλους τι θα κάνουμε ρε μαν; Μήπως κάπου ξέχασες ότι υπάρχουν κι αυτοί; Γκιλοτίνες στις πλατείες; Όχι, όχι λες, μα κατά βάθος εκεί οδηγεί το σκεπτικό σου, κι όταν έρθει η ώρα δεν πα να γαμηθούν θα πεις, μικροαστοί ‘ναι! Η ανεκτικότητά σου μετουσιωμένη σε κρεμάλες. Εσύ δεν μπορείς καν να συζητήσεις μ’ όποιον δεν θαρρείς πως έχει το ίδιο επίπεδο με σένα, αλλά δηλώνεις επαναστάτης και διαλλακτικός και καλός κι αντικαπιταλίστα κι όλα τα όμορφα αυτά. Κι είσαι ο χειρότερος των χειροτέρων, εκλεκτιστής, πιο μικροαστός κι απ’ τον καπιταλιστή, φασίζον είδος απ’ την ανάποδη. Γιατί ο φασισμός δεν έρχεται μόνο απ’ τα πάνω αλλά ανεβαίνει κι απ’ τα κάτω. Κι ανεβάζει Ράιχ και λοιπού είδους απολυταρχίες «για το καλό των πολιτών». Βλέπεις, για να κάνεις μια κοινωνία άλλη από δαύτη, πρέπει να το θέλουν κι οι κοινωνοί της. Σε πειράζει; Πάγαινε ζήσε μόνος σου στο βουνό, με τους λοιπούς της σέχτας σου κι άσε μας ήσυχους! Εσύ έχεις κόψει κάθε σημείο επαφής με τους κοινωνούς δω πέρα, δικάζοντας και καταδικάζοντάς τους στο «ανεκτικό» μυαλό σου. Τι σε κάνει να διαφέρεις απ’ τον καπιταλιστή ή το φασίστα που θέλουν να' πιβάλλουν μια κοινωνία όπως κείνων τους κατέβει; «Η εξουσία, η εξουσία!» θα μου πεις. Μα κι εσύ εξουσία θες να φέρεις. Άσε μωρέ. Θες εσύ τώρα μια κοινωνία της διαφορετικότητας τάχα. Μωρέ μια εξουσία θες κι εσύ στο βάθος σου, γιατί δεν έχεις απογαλακτιστεί απ’ αυτή μέσα σου, και πολύ πιθανώς χειρότερη απ’ την τωρινή. ΚΚΕδικη λογική κι ορθόδοξες ηγεσίες, να μας λείπουν άλλο πια!

            Εξέγερση και μόνο εξέγερση, που θα μείνει κάτω, κάτω, όσο πιο κάτω γίνεται! Να μην ανέβει πάνω ποτέ! Μόνο έτσι θα παραμείνει αληθινή. Όταν η επανάσταση χάνει την ορμητικότητά της μετατρέπεται σε σύστημα, παύει να ‘ναι επανάσταση και μετατρέπεται σε συντήρηση. Στο διάολο οι συντηρήσεις κάθε είδους! Διαλεκτική συνδιαμόρφωση, κι αν θες να το ‘φαρμόζεις από τώρα, διαλεκτική με τους γύρω σου! Αυτό στην τελική θα ‘ναι το διαφοροποιό στοιχείο σου, αν θες να λέγεσαι επαναστάτης, προοδευτικός, πόσο μάλλον αναρχικός. Μετά; Θα το δούμε το μετά μωρέ! Αρχίνα λίγο να πιστεύεις στους ανθρώπους, μη χάνεσαι. Σταμάτα να βυθίζεσαι στις ιδεοληψίες σου, κι έλα σ’ επαφή με τους γύρω σου. Ίσως κάτι έχουν να σου πουν, ίσως κάτι έχεις να τους πεις. Μην απορρίπτεις τον «άλλο», επειδή είναι κάτι που το σύστημα τούτο τον έκανε σε μεγάλο βαθμό να ‘ναι. Το ‘διο είστε, άνθρωποι, ρθείτε κοντά κι αλληλοφτιάχτε κάτι. Φωνάχτε, φαγωθείτε, κλάψτε, γελάστε, αλλ’ αφήστε τις σέχτες. Σταμάτα να θεωρείς το δικό σου κάτι σπουδαίο ή το μόνο, σταμάτα ν’ αυτοπροβάρεσαι και να ιδιοπροβάλλεσαι διαρκώς. Κοίτα λίγο και τ’ άλλου, κι ας μη συμφωνείς, κι ας μη σε νοιάζει. Κάτι θα βρεις, που μπορεί να μας βοηθήσει όλους.


Μ’ απλά λόγια: άστην «επικοινωνία» κι άρχισε ν’ αγαπάς τους γύρω σου.

Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013

Κατηφόρα




 

Τον κάτω δρόμο σαν πήρες, δες. Όσο προχωράς τόσο πιο πολύ γελάς. Σε πλάνευαν από παιδί μικρό, τάχα πως η χαρά βρίσκεται στις ανηφόρες και τις δόξες. Η χαρά όμως δεν κατοικεί πάντα στα ψηλά. Καθώς κατεβαίνεις το μικρό δρομάκι της ευτυχίας, μαζεύεις λουλούδια από δω κι εκεί, διάσπαρτα χαμόγελα. Σαν ο έρωτας, ένα χάος που ‘ναι, σε κάνει να χαμογελάς χωρίς λόγο και να αισθάνεσαι πως ζεις. Έτσι είν’ αυτά, στιγμές και μόνο στιγμές, που μεστώνουν την καρδιά. Τα προγράμματα είναι ο θάνατος, οι στιγμές είναι το άπειρο.

 Καθώς ένα τυχαίο βράδυ κάθεσαι πάνω στην υγρεμμένη της παραλίας την άμμο κι ονειροβολείς κοιτώντας τ’ άστέρια, λογίζεσαι τη χαρά. Ο ήχος των κυμάτων χαϊδεύει τη ψυχή, γαληνεύει τα πιο μύχια πάθη. Ένα χέρι δίπλα μπορεί να σου χαϊδεύει τα μαλλιά κι η μυρωδιά της αλμύρας να ευφραίνει το ‘σώτερο σας, καθώς γυρνάτε και κοιτιέστε στα μάτια. Το φιλί τόσο γλυκό, φαντάζει απέραντο, που μακάρι η στιγμή εκείνη να μην τέλειωνε ποτέ. Χάνεσαι μέσ’ το ζεστό αίσθημα των χειλιών σας π’ ακουμπάνε κι η σκέψη σου αστερώνεται και λαμπιρίζει. Αυτή είναι η κατηφόρα που σε συνεπαίρνει, σαν κατρακυλάς προς την ευτυχία. Αν υπάρχει άπειρο, θα ‘ναι μια τέτοια στιγμή.

Τρίτη 30 Ιουλίου 2013

Από την κοινωνία του ελέγχου στον ολοκληρωτικό έλεγχο της ζωής

Μία διάσταση του υπαρκτού φιλελευθερισμού που πρέπει να προσέξουμε, είναι ο λιγότερο ή περισσότερο ρητός έλεγχος που διέπει τη ζωή μας. Η αστική κοινωνία σου μιλά έτσι:

«Φυσικά κι είσαι ελεύθερος, αλλά όχι και πολύ ελεύθερος· μην το παρακάνουμε». Ασφαλώς. Ή έτσι:
«Μπορείς να κινείσαι ελεύθερα και να έχεις τη δική σου ζωή. Κανείς δεν στο απαγορεύει αυτό! Πρέπει όμως να κινείσαι μέσα στα θεσμικά όρια που 'χουν χαραχθεί απ' την κοινωνία πριν από σένα, για σένα.
"Εμείς είμαστε η κοινωνία", βρηχάται το ιερό κρατικό κήτος. 
"Δεν θα ‘θελες να ζεις αποκομμένος απ’ την ωραία μας κοινωνία, σωστά;».

Μ' αυτόν τον τρόπο είσαι ελεύθερος στο πλαίσιο που ακολουθείς το πλάνο: γέννηση - σχολείο - δουλειά - σπίτι - οικογένεια - μιζέρια - θάνατος. Αυτό είναι το φιλελεύθερο όνειρο. Μπορείς βέβαια να μην τ' ακολουθήσεις ακριβώς μ' αυτόν τον τρόπο, αλλά κάπως αλλιώτικα, λ.χ. δουλειά - οικογένεια - σπίτι - μιζέρια - θάνατος ή σπίτι - δουλειά - οικογένεια - μιζέρια θάνατος κοκ. Αν πάλι επιλέξεις να μην κινηθείς με βάση τα θέσφατα της αστικής κοινωνίας θα ‘σαι παράξενος, α-κοινώνητος, περιθωριακός, χωρίς υπόβαθρο, χωρίς lifestyle, χωρίς γκλαμουριά ρε αδερφέ.

Έτσι σου μιλά η κοινωνία του ελέγχου:

«Όσο καλύτερος μαθητής είσαι τόσο περισσότερο θα σε επιβραβεύσουμε σκυλί του Παβλόφ. Γάβγισε παιδί μου.
Όσο καλύτερες σπουδές έχεις τόσο το καλύτερο για σένα. Θα σε ενσωματώσουμε καλύτερα στους βδελυρούς κόλπους μας.
Όσο καλύτερη δουλειά έχεις τόσο το καλύτερο. Περισσότερα φράγκα = περισσότερο κύρος = περισσότερη εκμετάλλευση = λιγότερη αξιοπρέπεια = λιγότερη ανθρώπινη ουσία. Αλλά ποιος στο διάολο νοιάζεται;
Όσο πιο ευτυχισμένη φαίνεται η οικογένειά σου, τόσο πιο πετυχημένος είσαι. Τι σε νοιάζει αν δεν είσαι ούτε ευτυχισμένος ούτε πετυχημένος μέσα σου; Το φαίνεσθαι είναι που μετράει».

Αγκάλιασε τ' όνειρο. Τι περιμένεις;

Η κοινωνία του ελέγχου μεταμορφώνει τον άνθρωπο σε λειτουργικό πολίτη. Σε έναν political correct τύπο ανθρώπου, που πρέπει πάντα να φαίνεται πως πράττει το "σωστό". Πάντα είναι με τη μεριά του νόμου στους τύπους. Έτσι έχει τη συνείδηση του καθαρή. Πάντα πληρώνει τους φόρους του στους τύπους. Έτσι δε χρωστά πουθενά. Πάντα χαμογελά στους γύρω του για τους τύπους. Έχει καλούς τρόπους. Πάντα ο λειτουργικός πολίτης ένα καλό γρανάζι για τη χαρούμενη κρατική μηχανή και τ’ αφεντικά του, που του προσφέρουν την πολυπόθητη τούτη ζωή. Μια ζωή μέσα στους τύπους και τον έλεγχο. Χάιδεψε τη, γουργουρίζει.

Ο Foucault μίλησε για τις πειθαρχικές κοινωνίες, οι οποίες έφτασαν στο απόγειο τους κάπου στα μέσα του 20ου αιώνα, και τη μετάβαση στις κοινωνίες του ελέγχου. Η διαφορά μεταξύ πειθαρχικών κοινωνιών και κοινωνιών ελέγχου, είναι πως οι πρώτες σωφρονίζουν μέσω κλειστών χώρων, ενώ οι δεύτερες ελέγχουν μέσω ανοιχτών. Γι’ αυτό και οι κοινωνίες του ελέγχου καθίστανται εξαιρετικά επικίνδυνες· σου δίνουν τη ψευδαίσθηση ότι κινείσαι ελεύθερα σε έναν κατά τα φαινόμενα απεριόριστο χώρο, ενώ στην πραγματικότητα υπάρχει αυστηρός έλεγχος σε κάθε σου βήμα.

Ας εξηγηθούμε περισσότερο. Οι πειθαρχικές κοινωνίες έλεγχαν τα κοινωνικά υποκείμενα μέσω κλειστών χώρων που καθένας είχε δικούς του νόμους, όπως η οικογένεια, το σχολείο, ο στρατός, το εργοστάσιο, το νοσοκομείο και η φυλακή. Όλοι αυτοί οι χώροι αποτελούν διαβαθμίσεις εγκλεισμού, στις οποίες οι πειθαρχικές κοινωνίες ασκούσαν σωματικό και ψυχικό έλεγχο στα παιδιά, τους στρατιώτες, τους εργάτες, τους ασθενείς ή «ασθενείς» και τους φυλακισμένους. Η φυλακή αποτελεί την αυστηρότερη μορφή εγκλεισμού, την κατεξοχήν τιμωρία της πειθαρχικής κοινωνίας απέναντι στο άτομο που δε σωφρονίζεται με τις προσταγές της και παραβαίνει τους κανόνες της. Οι πειθαρχικές κοινωνίες του Δυτικού κόσμου, ύστερ’ από διάφορες κι ιδιαίτερες εξελίξεις κοινωνικοπολιτικής σημασίας, έπαψαν να υπάρχουν στην απροκάλυπτη μορφή τους και μετεξελίχθηκαν στις κοινωνίες του ελέγχου. Επίσης, μετά το Β' Παγκόσμιο, η επικράτηση του φιλελεύθερου πολιτικού μοντέλου, η ολοένα και μεγαλύτερη κατίσχυση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου στην αγορά, αλλά και η διεύρυνση της μεταμοντέρνας κριτικής σε πολιτισμικό επίπεδο, οδήγησε σε μία άμβλυνση της ισχύος στεγανών και παραδεδομένων αξιών, σαν την πατριαρχία λ.χ., ενώ ενίσχυσε άλλα στοιχεία, όπως τα δικαιώματα των γυναικών και των μειονοτήτων. Τέτοια γεγονότα, εξανάγκασαν την κοινωνική κυριαρχία να μετασχηματιστεί, λαμβάνοντας μία πιο λανθάνουσα μορφή.

Αυτό το ερμηνευτικό μοντέλο, αν και αντικατοπτρίζει επιτυχέστερα τις λεγόμενες ανεπτυγμένες καπιταλιστικές κοινωνίες του Δυτικού κόσμου, είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό αντιπροσωπευτικό και για την ελληνική. Η ελληνική περίπτωση καθίσταται ιδιαίτερη λόγω της ελλιπέστατης αστικής ανάπτυξης εν συγκρίσει με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά κι εξαιτίας των υπολειμμάτων πατριαρχίας και προκαταλήψεων από εποχή τουρκοκρατίας που δεν ξεφορτωθήκαμε. Αυτά τα υπολείμματα παρέμειναν ζωντανά σ’ έναν αξιοσημείωτο βαθμό, αναδεικνύοντας μία μορφή άκρατου μικροαστισμού σε ιδεολογικό επίπεδο στα μεγάλα αστικά κέντρα, ακόμη και στις λεγόμενες «καλές εποχές». Παρ’ όλα αυτά και στην μεταπολιτευτική Ελλάδα, φαινόμενα όπως ο άκρατος λαϊκισμός ή η αχαλιναγώγητη πολιτική ασυδοσία, μπορούν να ερμηνευτούν υπό το πρίσμα της μετάβασης σε μια διαφορετική κοινωνία, η οποία απατηλά φάνηκε να αποδίδει έμφαση στην ελευθερία, ενώ ουσιαστικά συσσώρευε έναν μεγάλο όγκο κοινωνικών, πολιτικών, ηθικών και οικονομικών προβλημάτων που έστρωναν το δρόμο στην κοινωνία του ελέγχου. Η κοινωνία του ελέγχου, ως αναπόφευκτο απότοκο του υποδόριου ελέγχου που επιβάλλει ο καπιταλιστικός τρόπος οργάνωσης της ζωής, όταν βρεθεί σε κρίση, οδηγεί άκοπα όπως θα δούμε, σε ολοκληρωτικές μορφές κοινωνικής οργάνωσης.

Οι μορφές ελέγχου στον ανοιχτό χώρο αντικαθιστούν τις παλιές πειθαρχικές λειτουργίες σε κλειστά συστήματα. Τώρα μπορεί οι συνθήκες νοσοκομειακής κράτησης ή οι δικαστικές ποινές να είναι ηπιότερες, όμως τα φάρμακα των φαρμακοβιομηχανιών κι οι νόμοι του κράτους δικαίου σε ακολουθούν παντού στην καθημερινότητα σου. Ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός οδήγησε τους μηχανισμούς ελέγχου σε πραγματική έξαρση· η ολοένα κι εντονότερη γιγάντωση της αγοράς ήταν σχεδόν παράλληλη με την επέκταση του υπόρρητου κοινωνικού ελέγχου, ο οποίος μόνο τώρα τελευταία έχει αρχίσει να γίνεται πια πασιφανής. Πλέον μπορεί να μην υπάρχει το κλασσικό εργοστάσιο, το οποίο λειτουργούσε εξισορροπώντας τις εσωτερικές του αντιφάσεις προς όφελος του καπιταλιστή, υπάρχει όμως η πολυεθνική επιχείρηση που κάνει την ίδια δουλειά. Η μηχανοποίηση και η πραγμοποίηση του εργαζόμενου δεν εξαφανίστηκαν, απλώς άλλαξαν μορφή.

Η μετεξέλιξη των μορφών ελέγχου γίνεται ακόμη σαφέστερη μέσα από την έκρηξη της βιομηχανίας της κουλτούρας. Ψευδείς επιλογές συναρμολογούν μία πλαστή αίσθηση ελευθερίας για το μαζικό υποκείμενο, που πλέον δε νιώθει ρητά τη μαζοποίηση του, αλλά οι ποικιλίες χρωμάτων και τα brands στα ρούχα που φοράει του δημιουργούν τη ψευδαίσθηση του μοναδικού. Τα τραγούδια, τα shows που βλέπει παρομοίως. Δεν συνειδητοποιεί ή λησμονεί πως όλα αυτά είναι παράγωγα μίας καλά στημένης βιομηχανίας κουλτούρας, που μόνο στόχο έχει τον έλεγχό του, ώστε να μη δημιουργεί προβλήματα στους φορείς εξουσίας που κατακλύζουν και λυμαίνονται τη ζωή του. Γίνεται πειθήνιο εργαλείο μίας καταναλωτικής αγοράς, ακόμη κι αν αυτό του στοιχίζει ολάκερη την ελευθερία του, παρέχοντάς του ένα καχέκτυπο ζωής.

 Τα βιντεοπαιχνίδια αποτελούν μία σχετικά νέα αγορά, που απογειώθηκε την τελευταία δεκαετία, και οι ψυχολογικές επιπτώσεις στο άτομο από μία κοινωνιολογική ή πολιτική σκοπιά ελάχιστα έχουν μελετηθεί. Aποτελούν ιδιαίτερη περίπτωση μηχανισμού ελέγχου, γιατί ανέβασαν ένα σκαλοπάτι πιο ψηλά τις κατασταλτικές τακτικές που στρέφονται ενάντια στα κοινωνικά υποκείμενα. Και συ φίλε gamer, μη βιαστείς να με κατηγορήσεις ως κινδυνολόγο κι ανόητο. Προσπάθησε για μια φορά να δεις τη ζωή σου πανοραμικά και διάβασε κριτικά τις γραμμές π' ακολουθούν.

 Οι νέες γενιές γαλουχούνται πια με τα βιντεοπαιχνίδια ως κάτι φυσιολογικό και η ψευδαίσθηση μετατρέπεται σε παραίσθηση της πραγματικότητας, η οποία αλλοιώνεται πλήρως στο μυαλό του φανατικού παίκτη βιντεοπαιχνιδιών. Ως φανατικό, εννοώ τον άνθρωπο που αφιερώνει υπεράριθμες ώρες από τη ζωή του στα βιντεοπαιχνίδια, που συνήθως είναι αντικοινωνικός, απολιτικός και εξαιρετικά ελλιπής ψυχικά. Τα βιντεοπαιχνίδια είναι μία μετεξέλιξη της εικονικής πραγματικότητας που είχε αρχίσει να δημιουργείται από την τηλεόραση, καθώς ο παθητικός ακροατής και τηλεθεατής, μετατρέπεται πλέον σε πρωταγωνιστή ενός ψηφιακού κόσμου, όπου οι πράξεις του δεν έχουν κανένα αντίκτυπο στην πραγματικότητα. Τα παιδιά που έπαιζαν μπάλα στην αλάνα, κοινωνικοποιούνταν εκεί, χτυπούσαν και γελούσαν, είναι πλέον ευέξαπτοι, νευρωτικοί παίκτες του pro evolution soccer. Εάν θες να δαμάσεις εικονικά την οργή σου μπορείς να παίξεις εικονικό box κι όχι να γραφτείς σε έναν αθλητικό όμιλο πολεμικών τεχνών. Εάν πάλι θες να βιώσεις την αδρεναλίνη των γρήγορων αμαξιών μπορείς να παίξεις gran turismo. Εάν οι τάσεις σου είναι ακόμη πιο πικάντικες, και εμπεριέχουν άκρατο σεξ και βία, μπορείς να μπεις στον κόσμο του grand theft auto· εκεί μπαίνεις στο ρόλο ενός γκάνγκστερ και ζεις τη ζωή του μέσα από έναν ψηφιακό κόσμο, που αποτελεί μία εξαιρετικά βίαιη και σουρεαλιστική προσομοίωση του αληθινού. Ανά πάσα στιγμή μπορείς να κλέψεις ένα αμάξι και να πατήσεις περαστικούς, να τους σφάξεις ή να τους ανατινάξεις με τα δεκάδες όπλα που έχεις στη διάθεση σου, να κουρευτείς, να πας γυμναστήριο, ή να ικανοποιήσεις τις σεξουαλικές σου ορέξεις στο στριπτιτζάδικο της γειτονιάς, όπου μετά το pole dancing λαμβάνεις και έξτρα περιποίηση. Όλα μέσα από την ασφάλεια μιας οθόνης και της καλής προαίρεσης του καπιταλισμού, που μετέφερε τον απόλυτο έλεγχο του μέσα στο ίδιο σου το δωμάτιο.

Η πιο επίφοβη όμως κατηγορία βιντεοπαιχνιδιών είναι αναμφίβολα τα MMORPG (Massively multiplayer online role-playing game). Μ’ απλά λόγια, σε κάθε MMORPG έχεις να διαλέξεις μέσα από μία τεράστια γκάμα δυνατοτήτων δημιουργίας του δικού σου «προσωπικού» χαρακτήρα. Είναι κάτι σαν την ελεγχόμενη γέννα ή κλωνοποίηση, που εφαρμόζεται σε πειραματικό στάδιο σε έναν ψηφιακό κόσμο, με τη διαφορά πως συνήθως περιλαμβάνει φανταστικά σενάρια και καταστάσεις (απόμακρους κόσμους, εξωτικά πλάσματα, εξωγήινους κλπ). Τα παιχνίδια αυτά είναι διαδικτυακά, παίζονται δηλαδή μόνο μέσω internet, και ο παίκτης αλληλεπιδρά εικονικά με άλλους παίκτες από οποιαδήποτε γωνιά του κόσμου. Μπορεί μέσα στο παιχνίδι να μιλήσει μαζί τους, να βριστεί, να πιεί εικονικό καφέ, να φάει ψηφιακό κοτόπουλο κλπ. Και όλα αυτά μέσα από την ασφάλεια του δωματίου του. Αυτό που καθιστά τα MMORPG τόσο ξεχωριστά στις καρδιές των παικτών -και συνιστά ταυτόχρονα το πιο τρομακτικό στοιχείο τους μάλλον- είναι πως δεν τελειώνουν ποτέ. Και όταν λέω δεν τελειώνουν ποτέ, κυριολεκτώ. Τα παιχνίδια αυτά δεν έχουν κάποιο τέρμα, κάποιους σκοπούς, που όταν αποπερατωθούν το παιχνίδι ολοκληρώνεται. Ο παίκτης μπορεί να βελτιώνει το χαρακτήρα του επ’ άπειρον, ν' ανεβάζει επίπεδο στις δυνατότητές του (να γίνεται καλύτερος ξιφομάχος, τοξοβόλος κλπ), να αναλαμβάνει «νέες» αποστολές, κι όλα αυτά προεκτείνονται ακόμη περισσότερο με τα λεγόμενα expansion packs, που προσθέτουν ακόμη περισσότερες δυνατότητες στα φουτουριστικά αυτά εικονικά περιβάλλοντα. Όλα τούτα μέχρι φυσικά να βγει το νέο παιχνίδι, που θα έχει πιο ενδιαφέρον story, καλύτερα γραφικά και ακόμη περισσότερες δυνατότητες εντός του ψηφιακού κόσμου.

Όπως ίσως έγινε κατανοητό από τα παραπάνω, υπήρξα παίκτης τόσο κλασσικών βιντεοπαιχνιδιών, όσο και των λεγόμενων MMORPG, και μπορώ να διαβεβαιώσω από πρώτο χέρι πως η κατάσταση είναι αρκετά δυσχερέστερη απ’ ό,τι πιστεύεται. Το πρόβλημα με τις βιντεοκονσόλες και τα παιχνίδια τους, είναι πως κατέκλυσαν και κατέκτησαν τόσο απότομα την αγορά, που κανείς δεν πήρε είδηση την ενθρόνισή τους στις ψυχές των παιδιών και των νέων ανθρώπων. Μάταια ψυχολόγοι έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου, μάταιες και οι όποιες προειδοποιήσεις που θεωρήθηκαν ως συνωμοσιολογικές κινδυνολογίες. Για να δούμε αν όντως ήταν τέτοιες ή αν τελικά υποβόσκουν υπαρκτοί κίνδυνοι που χρήζουν της προσοχής μας.

 Τα βιντεοπαιχνίδια αποτελούν την ενσάρκωση του απόλυτου βαθμού αισθητικής και βιωματικής αφαίρεσης στη διασκέδαση, τέτοιας που επιτρέπουν στο άτομο να διασκεδάζει ακόμη και όταν δεν κάνει… τίποτα απολύτως. Και για να κάνουμε και την κλασσική διάκριση, δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση για αγωγή της ψυχής - ψυχαγωγία, παρά για καθαρό διασκορπισμό - διασκέδαση. Οι περιπτώσεις βιντεοπαιχνιδιών που ξεφεύγουν από αυτό το μοτίβο είναι ελάχιστες, παιχνίδια δηλαδή που εμπεριέχουν κάποιου είδους φιλοσοφικά, παιδαγωγικά ή άλλα νοήματα, αλλά μέσα στο χάος των οπτικοακουστικών εφέ και του άγχους να μη χάσεις (γιατί για άγχος πρόκειται), ακόμη και αυτά περνάνε απαρατήρητα ή είναι απλά αδύνατο να τα επεξεργαστείς κριτικά λόγω της ραγδαίας εναλλαγής των εικόνων στην οθόνη. Ούτως ή άλλως όμως, στο 95% των περιπτώσεων η υπόθεση στα βιντεοπαιχνίδια υπάρχει απλώς για να υπάρχει, οι καταστάσεις είναι κλισέ ενσαρκώσεις φαντασιώσεων βίας, αγώνων ταχύτητας κλπ. και ο παίκτης καλείται νωθρά να οδηγήσει τον εικονικό ήρωα σε προκατασκευασμένα και προκαθορισμένα μονοπάτια. Ο βαθμός δημιουργικότητας του υποκειμένου περιορίζεται σ' αυτό που ο προγραμματιστής έχει ορίσει. Θα μου πείτε το ίδιο δε γίνεται και σε μια ταινία που είναι προδικασμένη η πορεία και το τέλος της; Βέβαια, αλλά εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν άλλο τύπο ψυχολογικής διαδικασίας κι αφομοίωσης, αφού ο παίκτης νιώθει σε τεράστιο βαθμό πως συμμετέχει στο παιχνίδι, ενώ η πορεία προς την ολοκλήρωση είναι γεμάτη γραφικές μάχες, αγώνες και γενικότερα ανούσιες διαδικασίες καχεκτικής ψυχικής εκτόνωσης.

Πρέπει να λάβουμε υπόψη πως δεν μιλάμε πια για παιχνίδια τύπου pac-man ή super-mario, που ο διαχωρισμός με την πραγματικότητα ήταν ξεκάθαρος, αλλά για παιχνίδια που σε βυθίζουν ολότελα στο δικό τους κόσμο, πολλές φορές επηρεάζοντας αισθητά την εικόνα που 'χεις για την πραγματικότητα γύρω σου. Έτσι, όταν τα βιντεοπαιχνίδια νέου τύπου κατέκλυσαν κάθε σπίτι, ήταν σα να παρασχέθηκε ένα οπιούχο υπό τη σφραγίδα του κρατικού νόμου για ασύδοτη κατανάλωση, οποιαδήποτε στιγμή ο χρήστης-καταναλωτής επιθυμεί. Τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά, όχι γιατί τα βιντεοπαιχνίδια καθαυτά είναι «κακά». Κανένα μέσο δεν λαμβάνει ηθικό πρόσημο ανεξάρτητα από τη χρήση που του γίνεται. Τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά, ακριβώς γιατί κανείς ποτέ δεν ασχολήθηκε με την όποια θεμιτή χρήση τους. Και ως θεμιτή, εννοώ εκείνη τη χρήση που παραμένει στα πλαίσια του χόμπι, χωρίς να διαποτίζει και να καθορίζει ολόκληρη τη ζωή του παίκτη. Οι πατεράδες πέταξαν στα παιδιά τους τα gameboy, τα playstation και τα xbox, χωρίς πρώτα να τους έχουν δημιουργήσει την όποια συνείδηση υγιούς χρήσης. Σε καμία των περιπτώσεων δεν ενοχοποιώ το να παίζεις κάποτε ένα ποδοσφαιράκι στην κονσόλα για να χαλαρώνεις και να περνάς καλά με κάποιον φίλο. Ακόμη και συχνά να το πράττεις, εάν μπορείς να το χειριστείς χωρίς να επεκτείνεται σε άλλες περιοχές της ζωής σου και σε αποφορτίζει ή σε χαλαρώνει διασκεδαστικά, είναι σίγουρα απολαυστικό. Έτερον εκάτερον όμως, να αφιερώνεις καθημερινά αμέτρητες ώρες μπροστά από μία οθόνη για ένα παιχνίδι που έχει καταντήσει ψυχαναγκαστικό, δε σου προσφέρει πλέον την οποιαδήποτε ευχαρίστηση, και λειτουργεί ως εύκολη λύση απέναντι στα όποια προβλήματα της καθημερινότητας. Το παιχνίδι αυτοστιγμεί μετατρέπεται στο πιο ευκολομεταχείριστο ναρκωτικό. Η έλλειψη συγκροτημένης συνείδησης και λειτουργικής προπαιδείας σε συνδυασμό με ποικίλες άλλες παραμέτρους μιας αδυσώπητης καταναλωτικής πραγματικότητας, πολλές φορές οδηγούν τα άτομα σ' αυτήν την περίπτωση, κάτι που τα ίδια ενόσω βρίσκονται στη φάση τούτη δεν παραδέχονται με κανένα τρόπο, όποιο λογικό επιχείρημα κι αν τους παρουσιάσεις. Είναι οίον τρόπο εγκλωβισμένα σε μία εξαρτησιογόνο κατάσταση, που παραλύει λιγότερο ή περισσότερο την πνευματική τους λειτουργία και καλλιέργεια, ατονεί τις σχέσεις με τους άλλους ανθρώπους και τους δημιουργεί πληθώρα ψυχολογικών ελλειμμάτων, έχοντας έτσι βαρύ αντίκτυπο στην ευρύτερη εξέλιξή τους. Αυτά όμως δύνανται να τα κατανοήσουν και να τ' αποδεχθούν, μόνο αφότου βγουν από την κατάσταση τούτη.

Πέραν της δικής μου και όμορων περιπτώσεων, οι οποίες αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα των παραπάνω, εμπειρικά παρατηρώ χρόνια το συγκεκριμένο φαινόμενο εκ των έσω. Είναι εξαιρετικά σπάνιο –όχι όμως απίθανο- κάποιος μανιώδης παίκτης βιντεοπαιχνιδιών ν' αποκοπεί εντελώς απ’ αυτά, ενώ η καπιταλιστική πραγματικότητα που έχει δημιουργηθεί γύρω τους παρέχει εξαιρετικό άλλοθι για την ασύδοτη χρήση τους. Διαμένοντας δίπλα από κεντρικό ίντερνετ-καφέ της πόλης μου, κι ως συχνός θαμώνας του εδώ και χρόνια, άλλοτε λόγω της δικής μου εξάρτησης από τα βιντεοπαιχνίδια, πλέον για συνομιλίες με φίλους και γνωστούς, έχω διακρίνει τα εξής: Ανθρώπους που εδώ και περίπου δέκα χρόνια αφιερώνουν τις ίδιες ώρες παίζοντας τα ίδια παιχνίδια σε καθημερινή βάση, ανθρώπους που ήταν κοινωνικοί και μέσα από τη χρόνια αυτή κατάσταση έγιναν εντελώς ακοινώνητοι, παιδιά Δημοτικού, Γυμνασίου, Λυκείου που καθημερινά αγοράζουν οκτάωρα και δωδεκάωρα για να καθίσουν να παίξουν μεταξύ τους εικονικά, κι όχι πραγματικά, παιχνίδια· ανθρώπους που τελειώνουν αργά το βράδυ τη δουλειά τους κι έρχονται να χαλάσουν όλα τα χρήματα που έβγαλαν απ' το μεροκάματό τους μπροστά από μία οθόνη, ανθρώπους ν’ αλλάζουν εντελώς τη συμπεριφορά τους όταν παίζουν κι από μειλίχιοι και μετριοπαθείς να γίνονται οργίλοι κι ακραία επιθετικοί, παιδιά Γυμνασίου και Λυκείου να κάνουν κοπάνες, να μένουν στις ίδιες τάξεις λόγω του πάθους τους για συγκεκριμένα παιχνίδια. Στην τελευταία κατηγορία ήμουν κι εγώ κάποτε ανάμεσα.

Κι όμως, όλα αυτά έχουν άμεση σχέση με τους μηχανισμούς που χρησιμοποιεί η σύγχρονη κοινωνία του ελέγχου. Οι μηχανισμοί αυτοί, πέραν του ότι βρίσκονται σε ζωτική συνάφεια με τη λειτουργία του καπιταλισμού (το δίπολο παραγωγή-κατανάλωση), αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα της υποδόριας, απόλυτης κι ανομολόγητης άσκησης εξουσίας πάνω σε κοινωνικά υποκείμενα, τα οποία δεν αντιλαμβάνονται διόλου τον έλεγχο που τους ασκείται, την πλευρική εξουδετέρωση των πολιτικών τους δυνατοτήτων και τη συνεπακολουθούμενη καταστολή των δικαιωμάτων και ελευθεριών τους. Η βιομηχανία βιντεοπαιχνιδιών είναι ένας μηχανισμός που όπως η τηλεόραση έχει εισβάλλει στα σπίτια, καθιστώντας την ασύδοτη χρήση του το ιδανικότερο μέσο συνειδησιακής καταστολής. Ενδύεται με το μανδύα του ακίνδυνου παιχνιδιού, αγκαλιάζει τη ψυχή του υποκειμένου και το αδρανοποιεί. Ο λόγος που αφιέρωσα αυτές τις σελίδες στο εν λόγω θέμα, είναι για να καταδείξω πως ο καπιταλιστικός κοινωνικός έλεγχος εξελίσσεται πρωτότυπα και ραγδαία, ενώ μεταδίδεται σαν την πανούκλα, με τη διαφορά πως κανονικοποιείται και οι συνέπειες του υποθάλπονται. Αυτή την εξέλιξη είτε δεν την έχουμε ακόμη ξεκάθαρα συνειδητοποιήσει είτε δεν την έχουμε συνδέσει με τα κοινωνικοπολιτικά της αίτια κι αποτελέσματα.

Μία άλλη χαρακτηριστική εφαρμογή των σύγχρονων σιδηρών πρακτικών κοινωνικού ελέγχου μέσω των νέων τεχνολογιών, συναντάμε στα κινητά τηλέφωνα και φυσικά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπως το facebook και το twitter. Όσον αφορά τα κινητά τηλέφωνα δεν θ' ασχοληθώ με το σκέλος της ασυδοσίας στη χρήση και την οργιώδη αγορά γύρω απ' αυτά, που συνιστούν εξίσου πρακτικές κοινωνικού ελέγχου, παρά με το θέμα της παρακολούθησης. Είναι γνωστό πως είναι δυνατή η παρακολούθηση των τηλεφώνων μας ανά πάσα στιγμή, εν αγνοία του χρήστη, εάν αυτός κριθεί με ασαφή κριτήρια από κάποιους αρμόδιους ένστολους, ύποπτος για τρομοκρατική δράση. Η Ε.Λ.Α.Σ. κάνει χρήση της εν λόγω πρακτικής σε καθημερινή βάση (έχει μάλιστα ειδικό κέντρο), ενώ όλες οι αστυνομίες του κόσμου εν γένει προβαίνουν ουκ ολίγες φορές σε παρακολουθήσεις συνομιλιών και μηνυμάτων. Το πρόβλημα, ηθικά και πολιτικά μιλώντας, δεν έγκειται μόνο στην παρακολούθηση καθαυτή αλλά στη δυνατότητα παρακολούθησης. Στην αίσθηση δηλαδή πως ένας σχεδόν οργουελικού τύπου μεγάλος αδελφός μπορεί ανά πάσα στιγμή να παρακολουθεί τις κινήσεις σου, χωρίς εσύ να το γνωρίζεις. Η καταγραφή, το λεγόμενο «φακέλωμα», οι κάμερες στο δρόμο και όλα τα σύγχρονα μέσα παρακολούθησης που θεωρητικά προασπίζουν την ασφάλεια μας, εντείνουν την αίσθηση της παρακολούθησης, μειώνοντας αναπόδραστα την πολιτική μας ελευθερία, καταπατώντας ταυτόχρονα ανεπανόρθωτα την ιδιωτικότητά μας. Αυτό σε ένα ψυχολογικό επίπεδο επιδρά έμμεσα, διαμέσου της υποβολής μιας ιδέας ισχυρού πανοπτικού ματιού παρακολούθησης πάνω στα ανίσχυρα ανθρωπάκια, τα οποία η δύναμη του μεγάλου κρατικού Λεβιάθαν γονατίζει. Στην Αμερική και στη Μεγάλη Βρετανία τα πράγματα είναι εξόχως χειρότερα στο κομμάτι αυτό, όμως δεν μπορούμε πάντοτε να συγκρίνουμε ανομοιογενείς καταστάσεις με ίσα μέτρα και σταθμά ή να τις χρησιμοποιούμε ως αντιδραστικό αντεπιχείρημα· καλύτερα να βλέπουμε τα αίτια και τα αποτελέσματα ενός φαινομένου σε κάθε συγκεκριμένη κοινωνία, για την οποία μπορούμε να μιλήσουμε επί της παρούσης, και να μην γενικολογούμε. Το κρατικό αυτό πανοπτικό, το φακέλωμα κι οι ενδοσυστημικές πρακτικές ελέγχου και καταστολής ευρύτερα, είναι που οδήγησαν, τόσο για πρακτικούς όσο και για συμβολικούς λόγους, στην υιοθέτηση της "κουκούλας από ριζοσπαστικές αντισυστημικές ομάδες, με τα όποια αρνητικά παρέκτροπα αυτό συνεπέφερε. Ως αρνητικά παρέκτροπα εννοούνται η παρείσφρηση, υπό συγκεκριμένες συνθήκες, στις ομάδες αυτές ασφαλιτών κι άλλων συστημικών στοιχείων, με τα γνωστά αποτελέσματα.

Σχετικά με το διαδίκτυο τώρα, πρόκειται για ένα θέμα πολυσύνθετο που η πραγμάτευσή του απαιτεί λεπτό χειρισμό. Όπως είπαμε, ένα μέσο δεν έχει κάποια ηθική αυταξία, δεν μπορεί να θεωρηθεί καλό ή κακό καθαυτό, παρά σε σχέση με τη χρήση που του γίνεται και τους σκοπούς που εκάστοτε πληρώνει. Με το ίντερνετ ισχύει το ίδιο πρόβλημα που κατέγραψα και στα βιντεοπαιχνίδια, πως δηλαδή η χρήση τους είναι ανεξέλεγκτη, χωρίς κάποια ενημέρωση, προπαιδεία ή στοιχειώδη ηθική συνείδηση διαχείρισής τους. Το ίντερνετ αποτελεί ένα πανίσχυρο όπλο, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για μια τεράστια ποικιλία σκοπών, από απλό αυνανισμό έως συγγραφή διδακτορικής διατριβής. Η δυναμική λειτουργικότητά του προέρχεται από την ικανότητα αστραπιαίας διάδοσης της πληροφορίας που προσφέρει, η οποία σταδιακά οδήγησε σε μία σωρευτική βάση ενός απείρου όγκου δεδομένων, την οποία αποκαλούμε διαδίκτυο. Το ίντερνετ έχει δημιουργήσει το δικό του κόσμο, και δεν θα ‘ταν υπερβολή να πούμε πως το μεγαλύτερο μέρος του κοινωνικοπολιτικού παιχνιδιού παίζεται πλέον εκεί. Κάποιος που δεν είναι εξοικειωμένος μ’ αυτό, αναγκαστικά μένει πίσω στις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις, ενώ διαθέτει απείρως μικρότερη ποικιλία εργαλείων για την περάτωση οποιασδήποτε σύγχρονης εργασίας που έχει να κάνει με πληροφόρηση. Το ίντερνετ μπορεί να χρησιμοποιηθεί, τόσο ως μέσο για την πιο χυδαία προβοκάτσια, όσο και ως μέσο αντι-πληροφόρησης ή διάδοσης της γνώσης. Ο εξοικειωμένος χρήστης, αυτός που κατέχει αυτό που θα λέγαμε διαδικτυακή μόρφωση και συγκρότηση, διαθέτει ένα πανίσχυρο όπλο, που μπορεί ανά πάσα στιγμή να στραφεί ενάντια στην κοινωνία του ελέγχου. Από την άλλη οι μηχανισμοί της δεύτερης, όπως και ο καπιταλισμός, διαπερνούν ολόκληρο το φάσμα του διαδικτύου, το οποίο βρίθει από καταναλωτικά σκουπίδια, κρατική προπαγάνδα και οτιδήποτε άκριτο ή καταστροφικό μπορεί κανείς να φανταστεί. Εναπόκειται στο χρήστη να δαμάσει τις δυνατότητες του διαδικτύου, και να το χρησιμοποιήσει ενάντια στο ίδιο το σύστημα που το γέννησε.

Τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης αποτελούν μια άλλη πτυχή του διαδικτύου ιδιαίτερα σημαντική. Σχετικά πρόσφατα μπήκαν αναπόσπαστα στη ζωή μας, καθορίζοντας τελικά ένα πολύ μεγάλο μέρος της. Θα εστιάσουμε σε μία μόνο πτυχή τους, καθώς τα ζητήματα περί χρήσης έχουν καλυφθεί από ό,τι είπαμε παραπάνω. Το facebook και το Twitter λειτουργούν σε έναν τεράστιο βαθμό επικουρικά στον κοινωνικό έλεγχο. Οι μύθοι γύρω από τη δημιουργία τους είναι σχετικά γνωστοί και δεν είναι διόλου απίθανο οι περισσότεροι να ‘ναι αληθινοί. Μόλις πριν κάποια χρόνια, εάν κάποιος σου ζητούσε να καταθέσεις τα στοιχεία ταυτοποίησής σου, τα χόμπυ σου, τις σκέψεις σου και τις προσωπικές στιγμές σου, πιθανώς θα γέλαγες ειρωνικά, θα τον έλεγες φασίστα ή μεγάλο αδελφό και θα άλλαζες πεζοδρόμιο. «Θες να σκοτώσεις τους ανθρώπους; Δεν χρειάζεται να λερώσεις τα χέρια σου με αίμα. Κάνε την αυτοκτονία μόδα, και θα δεις πως οι άνθρωποι θ’ αυτοκτονήσουν από μόνοι τους». Μάλλον τέτοιου τύπου ήταν το σκεπτικό πίσω από τη διαφημιστική και τεχνική ενίσχυση εκατομμυρίων δολαρίων που έλαβε το facebook, πολύ πριν μπορέσει να βγάλει τόσα από τις διαφημίσεις. Και δεν είχαν άδικο. Στον καπιταλισμό αρκεί κάτι να το μετατρέψεις σε μόδα για να έχει απήχηση, είτε αυτό λέγεται παπούτσι, είτε facebook, είτε φασισμός. Όλα εμπορευματοποιούνται κι όλα εντάσσονται στη βιομηχανία της κουλτούρας που διαποτίζει σ’ ένα φαντασιακό συνειδησιακό επίπεδο τα μυαλά μας. Έτσι αν κατορθώσεις να εμπορευματοποιήσεις κάτι, να το κάνεις δηλαδή να φαίνεται ένα ελκυστικό και χρηστικό εργαλείο προς κατανάλωση και διάδοση, τότε έχεις πετύχει το σκοπό σου. Έτσι μπήκαμε στην εποχή του facebook, όπου αυτοφακελωνόμαστε με χαρά. Ενώ γνωρίζουμε πως μία από τις μεγαλύτερες πολυεθνικές στον κόσμο, και όλες οι διαφημιστικές εταιρείες με τις οποίες έχει συμβόλαιο, έχουν πρόσβαση στις προσωπικές μας πληροφορίες, στις προσωπικές μας προτιμήσεις και στις προσωπικές μας συζητήσεις. Ξάφνου, όμως, η έννοια αυτή του προσωπικού εξανεμίζεται, καθώς δεν μπορείς να ονομάζεις κάτι «προσωπικό» όταν ανά πάσα στιγμή είναι λεία στα χέρια τόσων ανθρώπων. Το facebook είναι ο χώρος της απόλυτης απογύμνωσης, της μαζικής αποπροσωποποίησης και της επιδεικτικής επίδειξης δύναμης των κοινωνιών ελέγχου όλου του κόσμου, που σου κάνουν ξεκάθαρο πως δεν αυτοκυβερνιούνται, αλλά ελέγχονται από τις μεγάλες πολυεθνικές κι όποιον πληρώνει καλά, και με τη σειρά τους ελέγχουν εσένα που είσαι ο πάτος του βαρελιού. Δικαίωμα επίσης στις πληροφορίες και τις συνομιλίες σου έχει και η αστυνομία όποτε κρίνει αυτή σκόπιμο, έχοντας ήδη καταστείλει και φυλακίσει αρκετούς εξαιτίας status προφίλ ή συνομιλιών τους, στο φαινομενικά αθώο παιχνίδι επικοινωνίας του facebook. Και πώς να μην την πατήσεις; Εκεί που τα λες με τον φίλο από το σχολείο, σχολιάζοντας τα ελεύθερα ήθη της Μαίρης Πόππινς που έβαλε στην ερωτική της κατάσταση «Σε ελεύθερη σχέση», πετάγεται μπρος σου η αγελάδα του Farmville. Έτσι νιώθεις πως είσαι σε ένα αθώο και ακίνδυνο περιβάλλον· νιώθεις πως μπορείς να πεις και να κάνεις ό,τι θες. Κατά κάποιο τρόπο το facebook αποτελεί μία ανατριχιαστικά πανομοιότυπη εικονική μικρογραφία της πραγματικής φιλελεύθερης κοινωνίας.

Παραθέτω ένα απόσπασμα του Gilles Deleuze: «Οι παλιές κοινωνίες της κυριαρχίας χειρίζονταν απλές μηχανές, μοχλούς, τροχαλίες, ρολόγια· ενώ οι πιο πρόσφατες πειθαρχικές κοινωνίες είχαν για εξοπλισμό τις μηχανές ενέργειας, με τον παθητικό κίνδυνο της εντροπίας και τον ενεργητικό κίνδυνο του σαμποτάζ· στις κοινωνίες του ελέγχου λειτουργούν μηχανές τρίτου τύπου, μηχανές πληροφορικής και υπολογιστές, στις οποίες ο παθητικός κίνδυνος είναι το θόλωμα του μυαλού και ο ενεργητικός εκείνος της πειρατίας και της εισαγωγής των ιών» . Αυτό έχει γραφτεί εικοσι-τρία χρόνια πριν. Ίσως ο καπιταλισμός είναι όντως προβλέψιμος σε κάποιες εκφάνσεις του. Το σίγουρο είναι πως ζούμε έναν καπιταλισμό της «ανώτερης τάξης της παραγωγής», έναν καπιταλισμό δηλαδή που δε χρειάζεται πια να ασχολείται τόσο με τις πρώτες ύλες ή την παραγωγή, αλλά με τις υπηρεσίες τα προϊόντα και τις τεχνικές ελέγχου απάνω στα καταναλωτικά υποκείμενα. Το πεδίο ελέγχου του έχει διανοιχθεί σε όλους τους τομείς που αγγίζει η ελεύθερη αγορά, κάνοντας τελικά ανελεύθερη τη ζωή. Οι υπηρεσίες πλέον έχουν ψυχή και το μάρκετινγκ είναι η τέχνη του ζην. Το μάρκετινγκ όμως λειτουργεί μόνο με το αδελφάκι του, το μάνατζμεντ. Μάρκετινγκ και μάνατζμεντ πάντα και παντού: στην επιχείρηση, στην οικογένεια, στη ζωή την ίδια. Μάρκετινγκ για περισσότερες πωλήσεις, μάνατζμεντ για καλύτερη διαχείριση των πόρων μας. Ρίξτα περιττά στη φωτιά, μη διστάζεις, για χάρη της μεγαλύτερης παραγωγής και κατανάλωσης.

Έτσι σου μιλά το κτήνος: «Οι καταπιεσμένοι πλήθυναν κι έτσι έπρεπε να μεταβούμε στις ανοιχτές κοινωνίες του ελέγχου. Δεν χώραγαν όλοι στα ψυχιατρεία και τις φυλακές. Έπρεπε να διευρύνουμε την εξουσία μας σ’ όλο το κοινωνικό φάσμα, να βρούμε ένα τρόπο να ελέγχουμε τη ζωή σου, τη σκέψη σου και κάθε κίνησή σου. Ήσουν χρήσιμος για μας, γι’ αυτό σε κάναμε καλό καταναλωτή. Υποτακτικό, όμως, και τιποτένιο. Ένα μηδενικό πολλαπλασιασμένο στο άπειρο, μέσω των άπειρων προϊόντων της βιομηχανίας της κουλτούρας που σου πλασάρουμε. Δούλεψε, φάε, πιές, αφόδευσε, κατανάλωσε και μετά κλείσε τα μάτια σου ήσυχος ότι τίποτα δεν θ’ αλλάξει. Ζούμε στην καπιταλιστική ομαλότητα. Έτσι θέλουμε να ‘ναι η ζωή σου. Χαμογέλα».



Είχα αυτή την έκλαμψη τις προάλλες. Μέσα σε κάτι κλάσματα δευτερολέπτων είδα να ξετυλίγεται ένα μελλοντικό ενδεχόμενο. Τα ηλεκτρονικά κολάρα που βάζουν στους φυλακισμένους και τα τσιπάκια που ήδη βάζουν στα παιδιά, μετά από μία μεγάλη κρίση και με την κατάλληλη πολιτική πρωτοβουλία θα υιοθετηθούν για όλους. Όποιος δεν έχει δεν θα μπορεί να συναλλάσσεται πουθενά, θα ψοφά σα το σκυλί στο δρόμο. Στην αρχή μπορεί να γίνει με τη μορφή καρτών ή να ξεκινήσει μόνο με περιθωριακές κοινωνικές ομάδες όπως οι μετανάστες, μα αναγκαστικά θα επέλθει η σωματική παρέμβαση σ’ όλο τον πληθυσμό, αφού επιφέρει το βέλτιστο έλεγχο. Πρέπει μόνο η προπαγάνδα και ο φόβος να έχουν προετοιμάσει το έδαφος γι’ αυτό, μέσω της μετατροπής του σε μόδα ίσως, κι οι άνθρωποι θα το δεχθούν μετά βαΐων και κλάδων. Κανένας αντίχριστος δε θα ‘χει συντελέσει βέβαια ως προς αυτό, παρά η ίδια η φύση του καπιταλισμού, που αργά αλλά σταθερά, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην υϊοθέτηση τέτοιων πρακτικών.

 Η παιδεία από την άλλη θα είναι ανύπαρκτη, γιατί θα υπάρχει μόνο τεχνική εκπαίδευση. Θα υπαγόμαστε όλοι σ’ έναν ατελεύτητο, στρεσογόνο κι απάνθρωπο αγώνα δρόμου για να ανταποκριθούμε στα νευραλγικές απαιτήσεις που θέτει η αγορά εργασίας, η ελεύθερη αυτή αγορά. Αυτό το βιώνουμε ήδη εν μέρει, με κάτι προγράμματα τύπου «δια βίου εκπαίδευσης», όπου κάποιος καταναγκαστικά θα πρέπει να «εκπαιδεύεται δια βίου» αν θέλει να έχει τα απαραίτητα εύσημα για να επιβιώσει, και δεν θα «παιδεύεται», εντρυφώντας σ’ αυτά που επιθυμεί κι εμβαθύνοντας τις γνώσεις του. Το βιώνουμε επίσης με τον πόλεμο που έχει εξαπολυθεί σε παγκόσμιο επίπεδο στις λεγόμενες ανθρωπιστικές επιστήμες και ιδιαίτερα στη φιλοσοφία, με καταργήσεις ή συγχωνεύσεις τμημάτων και με την απαξίωση τέτοιων δραστηριοτήτων εν γένει. Η φιλοσοφία για παράδειγμα, δεν είναι κάτι που σου δίνει άμεσα τρόπους για να κονομήσεις ή να μετρήσεις με ακρίβεια ένα μέγεθος, αλλά είναι κάτι που σε μαθαίνει να σκέφτεσαι. Και όταν λέω να σκέφτεσαι, εννοώ να σκέφτεσαι συνειδητά, κριτικά κι αναστοχαστικά. Αυτό δε συμφέρει τη σύγχρονη εργαλειοποιημένη κοινωνία του ελέγχου, γι’ αυτό προσπαθεί να κόψει κάθε κεφάλι ανθρώπου που σκέφτεται έξω από τα παραδεδομένα· αν φυσικά δεν καταφέρει πρώτα να τον προσηλυτίσει στους βρωμερούς κόλπους της, αφοπλίζοντας κάθε εκρηκτική γι’ αυτήν τάση, που η σκέψη και η δράση του τυχόν ενέχουν. Το μόνο που ζητά ο σύγχρονος καπιταλισμός είναι γουρούνια στο σακί που μετρούν τα φλουριά τους. Ταυτόχρονα όμως, ο πνευματικός κατακερματισμός δημιουργεί και κατακερματισμένους ανθρώπους, που εύκολα κι άκριτα ρέπουν προς οποιοδήποτε σημείο των καιρών, όπως λ.χ. ο ολοκληρωτισμός.

Βλέπουμε επίσης να εδραιώνεται μία νέα, εύθραυστη αντίληψη για την υγεία μας, σύμφωνα με την οποία όλοι είμαστε άρρωστοι· κι αν νομίζουμε πως δεν νοσούμε είναι επειδή δεν το ‘χουμε ακόμα αντιληφθεί· όλοι κάτι έχουμε. Έτσι το σώμα καθίσταται κέντρο εισροής κάθε είδους φαρμακευτικού σκευάσματος ή ψυχοφαρμάκου, γιατί διαγνώστηκες με υποθυρεοειδισμό, μείζονα κατάθλιψη, σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής - υπερκινητικότητας κλπ. Η ιδέα και μόνο της ασθένειας είναι αρκετή για να καταβάλλει κάποιον, πόσο μάλλον ένα νοσοκομειακό κοινωνικό φαντασιακό που πλήττεται διαρκώς από νέες γρίπες, νέα σεξουαλικά νοσήματα, νέες ψυχικές διαταρραχές. Αν αντέξεις να δεις ολόκληρο ένα δελτίο ειδήσεων, θα πειστείς ότι τα πάντα είναι άρρωστα και μολυσματικά, πως ο κόσμος είναι γεμάτος από φυσικό κακό και καταστροφή, και πως τελικά η ησυχία κι η ασφάλεια του παχυλού καναπέ σου είναι το πιο ανεκτίμητο αγαθό που μπορείς να χαρείς χωρίς τύψεις σε τούτη τη μίζερη ζωή. Έτσι, σιγά-σιγά κλείνεσαι όλο και πιο πολύ στον εαυτό σου, αποκοινωνικοποιείσαι και αποπολιτικοποιείσαι με την ευρεία έννοια, απολαμβάνοντας την ασφάλεια του αποστειρωμένου σπιτιού σου, και φυσικά δουλεύοντας σα το φουκαρά για να πληρώσεις το νοίκι και τα χαράτσια. Γιατί οι ασθένειες μόνο στη δουλειά δε σε πιάνουν· έχει καλό εξαερισμό εκεί.

Και φυσικά το νέο αυτό καθεστώς δουλειάς ή δουλείας, είναι το καθεστώς της μεγάλης επιχείρησης, της κολοσσιαίας πολυεθνικής. Αργά ή γρήγορα, βλέπεις, έρχεται η καπιταλιστική κρίση που πάντα καιροφυλαχτεί, κι επιβιώνουν μόνο τα μεγάλα ψάρια. Τότε οι κοινωνίες περιέρχονται σε συνθήκες απόλυτης μαζικής μιζέριας κι εξαθλίωσης, γιατί το μόνο για το οποίο τρέφουν εκτίμηση τα αστικά άτομα είναι η καπιταλιστικοί ανάπτυξη. Θεωρούν πως η ζωή τους συμπορεύεται κι εξαρτάται απ’ αυτή. Έτσι τα βλέπουν όλα μαύρα. Και δεν αντιλαμβάνονται ότι αυτή ακριβώς η αυτοεκπληρούμενη προφητεία (αν τα βλέπεις όλα μαύρα τότε θα ‘ναι τέτοια) είναι που νεκρώνει τα πάντα γύρω τους· ότι αυτή η υποτονική μιζέρια είναι το καλύτερο πάτημα ανάδειξης του ολοκληρωτισμού. Γιατί ο άνθρωπος ξεχνά· ξεχνά πως αυτός είναι ολότελα η πηγή όλης της δημιουργίας, κι αναλώνεται στο ξέσπασμα προς τα κει που μπορεί ή έχει συνηθίσει. Έτσι βάζει τον εαυτό του, τον οποίο δε σέβεται διόλου, να δουλεύει σα σκυλί για ψωροδεκάρες, υπό το καθεστώς κάποιας επιχείρησης που κερδοφορεί άκρατα εν μέσω κρίσης, και που προφασίζεται πως δεν μπορεί να τον πληρώσει «γιατί έχουμε κρίση». Όταν ο φουκαράς διαμαρτυρηθεί μία, δύο και τρεις φορές, όταν σηκώσει λίγο το κεφάλι και ζητήσει τα δεδουλευμένα του «απολύεται δια της ελλείψεως αναγκαίων πόρων», και στη θέση του έρχεται κάποιος άλλος εφεδρικός φουκαράς που θα ‘κανε τα πάντα για λιγότερες ψωροδεκάρες απ’ τον προηγούμενο, επειδή το παιδί του δεν έχει να φάει. Κι έτσι συνθλίβει όλο και περισσότερο η καπιταλιστική μπουλντόζα τις ζωές όλων των φουκαράδων, για να τρων κάποιοι καλά κι άλλοι χειρότερα –ή και καθόλου-. Μετά την απεργία πείνας του ηρωικού αυτού παιδιού (Κ. Σακκά), που με τη δύναμη της ψυχής του και με μόνο όπλο το σώμα του, πέτυχε ένα μοιραίο πλήγμα στο νοσηρό τούτο κράτος, τα αφεντικά μας, για να κάνω ένα κακό αστείο, ίσως μας λένε: «Να είδες, τριάντα-οκτώ μέρες άντεξε χωρίς φαΐ! Κι εσύ παραπονιέσαι που σου δίνω εκατόν πενήντα ευρώ το μήνα για να δουλεύεις δεκάωρα και να σου κατασπαράζω τη ζωή! Επιστημονικά, το παράδειγμα του κυρίου Σακκά μας καταδεικνύει ότι είναι δυνατό να τη βγάζεις με μία τυρόπιττα την εβδομάδα! Οπότε σου κόβω άλλα πενήντα ευρώ απ’ το μισθό σου, γιατί σου δίνω παραπάνω απ’ όσα χρειάζεσαι! Θα προσθέσω τα πενήντα ευρώ το μήνα στο κεφάλαιο μου, οπότε σε ένα χρόνο θα ‘χω κέρδος από πάνω σου άλλα εξακόσια ευρώ! Μα πώς δεν το ‘χα σκεφτεί ως τώρα;! Σταμάτα λοιπόν να μυξοκλαίγεσαι και συνέχισε να αλέθεις το μύλο του κέρδους μου με την υπεραξία σου!». Θέλω να δω τότε τον πασιφισμό που πουλάς εδώ κι εκεί μικροαστέ, αν κρεμάς ή δεν κρεμάς τότε αφεντικά κορόιδο.

Τελικά όλα αυτά μας οδηγούν σ’ ένα νέο καθεστώς κυριαρχίας που αναδύεται αργά, αλλά σθεναρά· στο καθεστώς του απόλυτου ελέγχου ή του ολικού προγραμματισμού της ζωής. Όταν η εξαθλίωση εξαντλήσει τα όρια της κι ο κοινωνικός έλεγχος φτάσει στο αποκρουστικό απόγειό του, θα υπάρχουν τουλάχιστον τρεις σημαίνουσες επιλογές για τη μεγαλύτερη μερίδα του λαού: 1) Υποταγή και αργός, βασανιστικός θάνατος στα χέρια των αφεντικών, 2) χρυσή αυγή, ολοκληρωτισμός, νεοναζισμός, άφθονο αίμα κι ένας απέραντος οχετός, 3) Εξέγερση και ριζική αλλαγή της κοινωνίας από τα κάτω προς τα πάνω.

Ο καθένας διαλέγει και παίρνει.

g.

Κυριακή 14 Ιουλίου 2013

Ο μύθος του πετυχημένου κι η αντίσταση του αποτυχημένου

Καλοκαίρι. Ποτά, χορός, διασκέδαση. Χρώματα, αξεσουάρ, αρώματα. Παγώστε τη σκηνή. Δείτε: Ανούσιες υπάρξεις περιβεβλημένες από ένα γυαλιστερό μανδύα σημαντικότητας, ο οποίος χρησιμοποιείται για την κάλυψη του εσώτερου κενού. Για τον έμπειρο παρατηρητή ο μανδύας είναι διάτρητος, αναδεικνύοντας διαφανώς την ελαφρότητα του είναι κάθε μαζοποιημένου ατόμου. Στυλ προσίδιο ή προκρουστικά συναρμοσμένο στα μέτρα της κυρίαρχης κουλτούρας, υποστηρικτικές κινήσεις απεγνωσμένου ζογκλέρ που προσπαθεί εναγωνίως να ισορροπήσει στο σκοινί, να κρατηθεί στη σκηνή των χειροκροτημάτων και των επευφημιών. Ο πετυχημένος σαραντάρης με τη στυλιζαρισμένη διχάλα δίνει το εναρκτήριο λάκτισμα για την ροή της ανουσιότητας. Άψυχα σώματα κουνιούνται στους ρυθμούς που προστάζουν τα νταούλια του πολέμου στην ανθρώπινη ουσία. Ενός πολέμου εξαίσιων σκακιστών. Αυτοί τον κήρυξαν, αυτοί τον ελέγχουν. Αυτοί υπολογίζουν την κάθε κίνηση. Βάζουν τους πετυχημένους αξιωματικούς τους να μετατρεπουν τους ανθρώπους σε ευνουχισμένα κύμβαλα αλαλάζοντα. Ύστερα τους πίνουν το αίμα με πολύχρωμα καλαμάκια. Απομυζούν τον κόπο που τα κοινωνικά προϊόντα είναι τόσο πρόθυμα να δώσουν για κούφιες τυμπανοκρουσίες και νόστιμο νέκταρ της λησμονιάς.

Βλέπεις, τα προβλήματα είναι βαριά για τον ανθρωπάκο. Δεν τον μάθαν να τα βαστάζει, γιατί δε συνέφερε τη νοσηρή τους εξουσία. Έτσι πρέπει να βρεθεί  ο κοίλος τόπος οικοδόμησης μιας πειστικής ψευδαίσθησης.  Μια ωραία εικόνα πετυχημένου, ντυμένη με στυλ και δράμα. Στυλ φτιαχτό στα μέτρα της καταναλωτικής μόδας που θέλουμε να πλασάρουμε και δράμα χορηγούμενο σε δόσεις για ν' αποκορυφώνει ηδονικά το σασπένς όταν πρέπει. Ένα εκρηκτικό μείγμα, που τινάζει στον αέρα ένα ένα τα ταμπούρια του ανθρωπάκου, γκρεμίζει τους δρόμους διαφυγής του, τον εγκλωβίζει στη χώρα του κίβδηλου. Τον κλειδώνουμε μέσα στο μπαούλο της ελεγχόμενης κουλτούρας κάνοντάς τον να νιώθει σημαντικός. Του δίνουμε όπλα για να μας προστατεύει από τους ελάχιστους απείθαρχους  που κατόρθωσαν ν' αποφύγουν εντέχνως τις διαβολοπαγίδες που στήσαμε. Ο μύθος του πετυχημένου κάποτε λυγίζει και τον πιο μεγάλο επαναστάτη, αλλά όχι αυτούς. Όχι τους σκληροπυρηνικά ρομαντικούς του κόσμου τούτου. Αυτοί κατάλαβαν το φιάσκο. Κατάλαβαν  πως πετυχημένος δεν υπάρχει. Ξέρουν πως κάθε ένας είναι πετυχημένος, αρκεί να το γνωρίσει, αρκεί να το θελήσει μέσα του. Στην ενόρασή τους είδαν πως όλα είναι φτιαχτά, σημεία αυστηρού ελέγχου κι υποταγής. Ξέρουν πως όταν γίνεις κοινωνικά πετυχημένος είσαι πιο κενός από ποτέ, γιατί έχασες τη ψυχή σου στο βωμό μιας τεχνητής ευτυχίας. Σ' έναν τέτοιο κόσμο ξέρουν πως πρέπει να διαλέξουν την αποτυχία για να πετύχουν. Τα ξέρουν όλα αυτά και τα βροντοφωνάζουν. Μα ποιός θα τους πιστέψει; Όλοι τρέφονται ευλαβικά με σκουπίδια από τον πλακούντα της βιομηχανίας της κουλτούρας. Και πάλι όμως, οι αντιφρονούντες αποτελούν πάντα απειλή. Είναι επικίνδυνοι αυτοί. Δεν συναρμόζονται, δεν λυγίζουνε, δεν συναιτίζονται. Έχουν γονίδια ανθεκτικά στους ιούς.

Η φωνή τους πυρακτώνει τις ελπίδες. Η ματιά τους διατρυπά τα προσωπεία. Η θέληση τους γκρεμίζει κάθε φυλακή.

Γι' αυτό και πρέπει να εξοντωθούν.

Το κώνειο παραείναι άκομψο στις μέρες μας. Η ωμότητα δεν αρμόζει σε πολιτισμένους σκακιστές. Ο αποκλεισμός είναι πιο πολιτικά ορθός. Ο κοινωνικός αποκλεισμός λειτουργεί πιο φαρμακερά και δόλια από κάθε αρχαίο δηλητήριο. Ή μάλλον είναι το ένα και απόλυτο δηλητήριο, αυτό που φέρνει εγγυημένα αποτελέσματα.
Κι αν ακόμα απορείτε ιδού ο τρόπος σκέψης:
"Δεν χρειαζόμαστε δικαστήρια να τους δικάσουμε. Θα βάλουμε τους πετυχημένους και τους ακολούθους τους να εγκληματίσουν για μας. Εμείς θα καθόμαστε πίσω από το αλεξίσφαιρο γυάλινο τζάμι μας και θα γελάμε δυνατά. Κανείς δεν μπορεί να μας δει. Κανείς δεν μπορεί να μας ακούσει.
Προστάζουμε εσένα ανθρωπάκο,
Ζήσε το μύθο σου κι εμείς θα γελάμε. Σταύρωσε τους πιθανούς ελευθερωτές σου κι εμείς θα γελάμε. Μπήξε πιο βαθιά στη γη τους ήλους των αλυσοδεσμών σου κι εμείς θα γελάμε. Σύρσου πιο πολύ στο χώμα κι εμείς θα γελάμε. Όσο πιο πολύ ματώνεις εμείς θα γελάμε ανθρωπάκο. Και δεν θα μας βλέπεις. Και δεν θα μας ακούς. Εμείς όμως θα γελάμε δυνατά. Τόσο δυνατά όσο μπήγεις λεπίδες στα μάτια σου, καρφώνεις πρόκες στα χέρια σου και γδέρνεις το δέρμα απ' το πρόσωπο σου. Και πιο δυνατά, και πιο δυνατά..."

Οι μαριονέτες χορεύουν. Οι τίτλοι τέλους πέφτουν. Περιμένετε. Μια ρωγμή ακούγεται. Ένα τζάμι ραγίζει. Και το γυαλί σαν σπάει δεν ξανακολλά. Ήταν τα φλογισμένα δάκρυα των αδικημένων του κόσμου τούτου. Να προσέχετε.




g.

Σάββατο 6 Ιουλίου 2013

Τα παιδιά στους δρόμους



Τα παιδιά τρέχουν
"Στους δρόμους, στους δρόμους!"
Σου φωνάζουν
Γυρνάς γύρω να κοιτάξεις
Μια πόλη άδεια
Μια ψυχή άδεια
Όλα έρημα και γκρίζα.

Τα παιδιά παίζουν
"Στους δρόμους, στους δρόμους!"
Σου κράζουν
Κάνεις ένα βήμα
Και βουλιάζεις
Στην κινούμενη άσφαλτο
Που απλόχερα σου 'θεσαν να ζεις
Πασχίζεις να σφυρίξεις
Ήχος δε βγαίνει
Σαν λιώνεις νωθρά
Μα ούτε να μιλήσεις μπορείς!
Σου κλέψαν τη λαλιά
Οι φονιάδες της πλατείας.

"Στους δρόμους, στους δρόμους!"
Σε τραβάνε απ' το πόδι τα παιδιά
Κλαίνε μ' όνειρα δάκρυα
Σπαράζοντας που δεν κουνιέσαι
Ουρλιάζοντας που χάνεσαι
Σου χαλάνε το κοστούμι
Μόνο αυτό συλλογιέσαι
Κι ας μη το θες
Κι ας μην το είδες
Κι ας μην το διάλεξες.

Τα παίρνεις αγκαλιά
Τα παιδιά παγώνουν
Η πικρία σου τα πνίγει
Τα παιδιά τώρα δεν τρέχουν
Είναι νεκρά.

g.

Τετάρτη 3 Ιουλίου 2013

Η ατραπός της αρετής





Η ατραπός της αρετής μ' αγνές προθέσεις επλουτίσθη
Οι χτίστες ήσαν πολύγλωττοι αρθρωτές του κόσμου

Η ατραπός της αρετής τίποτα δεν εφοβήθη
Τα τούβλα ήσαν θεμέλια φωτεινά γι' ανθρώπους τελείους

Η ατραπός της αρετής πουθενά δεν εκκωλήθη
Οι εντολές της θεία προστάγματα γιε τους κοινωνούς της

Η ατραπός της αρετής αποσόβησε τα έκλυτα ήθη
Το μονοπάτι της σαν 'ταν στρωμένο μ' εμυρωδάτα ροδοπέταλα

Η ατραπός της αρετής στις φλόγες ερίχθη
Οι αιρετικοί φωτιά τες βάλαν, να την ερίξουν!

Η ατραπός της αρετής απ' τα ουρλιαχτά διερρήχθη
"Δεν υπάρχει τέλειος άνθρωπος" με μανία τες κράζαν!

Η ατραπός της αρετής εφοβερά εσείσθη
Τα ροδοπέταλα εσάπισαν, στάχτη εγίναν

Ουρλιάζοντας μεστ'αίματα
Η ατραπός της αρετής
σπαράζοντας
εγκρεμίσθη
.





«Απ' τα διάσπαρτα κομμάτια σε χαιρετίζει
Τ' αβάπτιστο χάος
Μιας ανίερης δημιουργίας»


g.