Πέμπτη 22 Αυγούστου 2013

Κουκλοθέρετρο

Μαμά μαμά, δες δες!
Κούκλες περπατάν, κούκλες που μιλάν,
και είναι κούφιες.

Μαμά μαμά, δες δες!
Κούκλες λαμπερές, κούκλες φανταχτερές, 
που μυρίζουν πτωμαΐνη.

Μαμά μαμά, δες δες!
Κούκλες οχληρές, κούκλες φαρμακερές
που τρων τα σωθικά τους.

Μαμά,
οι κούκλες μας γλυκοκοιτάν, οι κούκλες μας χαμογελάν!
Θέλουν κι εμάς να μας κάνουν κούκλες.


Τρίτη 20 Αυγούστου 2013

Για τον αυνανισμό

Και σαν βουλιάζεις και βουλιάζεις και ξεχνάς να σηκωθείς.

            Δύσκολοι καιροί για όμορφα λόγια σαν η εξουσία βαράει από παντού την πόρτα μας. Καταπιεσμένοι παντού και τάσεις πολλές ανάμεσα τους, σε συντρόφους θαρρώ, που λέν’ άλλα κι άλλα, προτάσεις στις τάσεις και προτάσεις επί τάσεων. Η ποικιλία είναι υγεία θα ‘λεγα, μα όταν τούτη εκδηλώνεται παραγωγικά. Όταν οι τάσεις καταλήγουν να γίνονται σέχτες, που αναπαράγουν ιδέες μεταξύ ομοϊδεατών, αυτοεπιβεβαιώνονται και βαυκαλίζονται, η κάποτε ίσως επαναστατική νοοτροπία μετατρέπεται σε συντηρητικό αυνανισμό μεταξύ νεκροζώντανων σκιών. Η δράση γίνεται αντίδραση και τα συναφή.

            Ζητάς μια κοινωνία ποικιλίας λες, μα θες τούτη να διέπεται απ’ τις δικές σου ιδεοληψίες κι αρχές. Είσαι αναρχικός εσύ ή κομμουνιστής; Καταπιεστής σαν είσαι και δεν το ‘χεις του νου σου; Αν πάμε απ’ των μασκαράδων την κυριαρχία στη δική σου θαρρείς πως θα ‘ναι ωφελιμότερο για την πλειοψηφία, έτσι πιστεύεις; Και πώς θες να μας πείσεις; Αυνανιζόμενος με λέξεις και ιδέες που μόνο ‘συ καταλαβαίνεις. Α, είμαι μικροαστός λες, σαν δεν συμφωνώ μαζί σου, αντιδραστικός, πράκτορας, απολιτίκ, χαζός! Δε μας γαμάς λέω γω, καπετάν - επαναστάτη. Αλλά έχουμε κι άλλους, μιας κάλπικης κοπής πλανευτές - σολιψιστές, απ' αυτούς τους προνομιούχους που δε δουλέψατε καν για να βιώσετε αυτά που κατακρίνετε. Επαναστάτες θε να ‘στε, που απ’ τη μαμά και το μπαμπά ζητάτε πεντάευρα, μα ‘χετε άποψη για όλα! Επαγγελματίες επαναστάτες, προς πάσα κατεύθυνση κτοξεύετε φλόγες απ’ τα ρουθούνια με μανία! "Εκμετάλλευση, καταπίεση, υποκρισία", βρυχάστε! Που ρε μαλάκα; Την ένιωσες να βράζει μεσ' το αίμα σου; Έζησες την υποκρισία αυτή να σου τρώει τις σάρκες όταν ο συνεργαζόμενός σου έκλεβε τα 0,3 ευρώ του μπουρμπουάρ σου; "Όχι, όχι, μα διάβασα Λένιν και Λούκατς!". Αλήθεια; Σε 'καναν μήπως να νιώσεις πως είναι να ξερνάν πάνω σου και να σου ζητούν, μετά διαταγών, να τα καθαρίσεις; Ή πώς αισθάνεσαι όταν σου κλέβουν τα δεδουλευμένα και σ’ απολύουν χωρίς αιτία βγάζοντάς σε και κλέφτη από πάνω; Αμφιβάλλω αν τα ‘ζησες και τα ‘νιωσες. Θα ‘σουν πιο προσγειωμένος αν τα ‘χες.

            Και μη με παρεξηγείς ήδη, σαν εύθικτη πριμαντόνα. Όταν λέω πιο προσγειωμένος δεν νοώ κάποια τυχόν έκπτωση σε ιδέες. Εννοώ να ‘σαι πιο ρεαλιστής με τους γύρω σου. Εσύ κάθεσαι κι αυνανίζεσαι μέσα από σκέψεις, στίχους, πράξεις που ‘χουν αντίκτυπο μόνο σ’ όσους αντίστοιχα είναι εκεί που είσαι. Μπράβο μαλάκα. Ωραία επανάσταση. Με τους άλλους τι θα κάνουμε ρε μαν; Μήπως κάπου ξέχασες ότι υπάρχουν κι αυτοί; Γκιλοτίνες στις πλατείες; Όχι, όχι λες, μα κατά βάθος εκεί οδηγεί το σκεπτικό σου, κι όταν έρθει η ώρα δεν πα να γαμηθούν θα πεις, μικροαστοί ‘ναι! Η ανεκτικότητά σου μετουσιωμένη σε κρεμάλες. Εσύ δεν μπορείς καν να συζητήσεις μ’ όποιον δεν θαρρείς πως έχει το ίδιο επίπεδο με σένα, αλλά δηλώνεις επαναστάτης και διαλλακτικός και καλός κι αντικαπιταλίστα κι όλα τα όμορφα αυτά. Κι είσαι ο χειρότερος των χειροτέρων, εκλεκτιστής, πιο μικροαστός κι απ’ τον καπιταλιστή, φασίζον είδος απ’ την ανάποδη. Γιατί ο φασισμός δεν έρχεται μόνο απ’ τα πάνω αλλά ανεβαίνει κι απ’ τα κάτω. Κι ανεβάζει Ράιχ και λοιπού είδους απολυταρχίες «για το καλό των πολιτών». Βλέπεις, για να κάνεις μια κοινωνία άλλη από δαύτη, πρέπει να το θέλουν κι οι κοινωνοί της. Σε πειράζει; Πάγαινε ζήσε μόνος σου στο βουνό, με τους λοιπούς της σέχτας σου κι άσε μας ήσυχους! Εσύ έχεις κόψει κάθε σημείο επαφής με τους κοινωνούς δω πέρα, δικάζοντας και καταδικάζοντάς τους στο «ανεκτικό» μυαλό σου. Τι σε κάνει να διαφέρεις απ’ τον καπιταλιστή ή το φασίστα που θέλουν να' πιβάλλουν μια κοινωνία όπως κείνων τους κατέβει; «Η εξουσία, η εξουσία!» θα μου πεις. Μα κι εσύ εξουσία θες να φέρεις. Άσε μωρέ. Θες εσύ τώρα μια κοινωνία της διαφορετικότητας τάχα. Μωρέ μια εξουσία θες κι εσύ στο βάθος σου, γιατί δεν έχεις απογαλακτιστεί απ’ αυτή μέσα σου, και πολύ πιθανώς χειρότερη απ’ την τωρινή. ΚΚΕδικη λογική κι ορθόδοξες ηγεσίες, να μας λείπουν άλλο πια!

            Εξέγερση και μόνο εξέγερση, που θα μείνει κάτω, κάτω, όσο πιο κάτω γίνεται! Να μην ανέβει πάνω ποτέ! Μόνο έτσι θα παραμείνει αληθινή. Όταν η επανάσταση χάνει την ορμητικότητά της μετατρέπεται σε σύστημα, παύει να ‘ναι επανάσταση και μετατρέπεται σε συντήρηση. Στο διάολο οι συντηρήσεις κάθε είδους! Διαλεκτική συνδιαμόρφωση, κι αν θες να το ‘φαρμόζεις από τώρα, διαλεκτική με τους γύρω σου! Αυτό στην τελική θα ‘ναι το διαφοροποιό στοιχείο σου, αν θες να λέγεσαι επαναστάτης, προοδευτικός, πόσο μάλλον αναρχικός. Μετά; Θα το δούμε το μετά μωρέ! Αρχίνα λίγο να πιστεύεις στους ανθρώπους, μη χάνεσαι. Σταμάτα να βυθίζεσαι στις ιδεοληψίες σου, κι έλα σ’ επαφή με τους γύρω σου. Ίσως κάτι έχουν να σου πουν, ίσως κάτι έχεις να τους πεις. Μην απορρίπτεις τον «άλλο», επειδή είναι κάτι που το σύστημα τούτο τον έκανε σε μεγάλο βαθμό να ‘ναι. Το ‘διο είστε, άνθρωποι, ρθείτε κοντά κι αλληλοφτιάχτε κάτι. Φωνάχτε, φαγωθείτε, κλάψτε, γελάστε, αλλ’ αφήστε τις σέχτες. Σταμάτα να θεωρείς το δικό σου κάτι σπουδαίο ή το μόνο, σταμάτα ν’ αυτοπροβάρεσαι και να ιδιοπροβάλλεσαι διαρκώς. Κοίτα λίγο και τ’ άλλου, κι ας μη συμφωνείς, κι ας μη σε νοιάζει. Κάτι θα βρεις, που μπορεί να μας βοηθήσει όλους.


Μ’ απλά λόγια: άστην «επικοινωνία» κι άρχισε ν’ αγαπάς τους γύρω σου.

Δευτέρα 5 Αυγούστου 2013

Κατηφόρα




 

Τον κάτω δρόμο σαν πήρες, δες. Όσο προχωράς τόσο πιο πολύ γελάς. Σε πλάνευαν από παιδί μικρό, τάχα πως η χαρά βρίσκεται στις ανηφόρες και τις δόξες. Η χαρά όμως δεν κατοικεί πάντα στα ψηλά. Καθώς κατεβαίνεις το μικρό δρομάκι της ευτυχίας, μαζεύεις λουλούδια από δω κι εκεί, διάσπαρτα χαμόγελα. Σαν ο έρωτας, ένα χάος που ‘ναι, σε κάνει να χαμογελάς χωρίς λόγο και να αισθάνεσαι πως ζεις. Έτσι είν’ αυτά, στιγμές και μόνο στιγμές, που μεστώνουν την καρδιά. Τα προγράμματα είναι ο θάνατος, οι στιγμές είναι το άπειρο.

 Καθώς ένα τυχαίο βράδυ κάθεσαι πάνω στην υγρεμμένη της παραλίας την άμμο κι ονειροβολείς κοιτώντας τ’ άστέρια, λογίζεσαι τη χαρά. Ο ήχος των κυμάτων χαϊδεύει τη ψυχή, γαληνεύει τα πιο μύχια πάθη. Ένα χέρι δίπλα μπορεί να σου χαϊδεύει τα μαλλιά κι η μυρωδιά της αλμύρας να ευφραίνει το ‘σώτερο σας, καθώς γυρνάτε και κοιτιέστε στα μάτια. Το φιλί τόσο γλυκό, φαντάζει απέραντο, που μακάρι η στιγμή εκείνη να μην τέλειωνε ποτέ. Χάνεσαι μέσ’ το ζεστό αίσθημα των χειλιών σας π’ ακουμπάνε κι η σκέψη σου αστερώνεται και λαμπιρίζει. Αυτή είναι η κατηφόρα που σε συνεπαίρνει, σαν κατρακυλάς προς την ευτυχία. Αν υπάρχει άπειρο, θα ‘ναι μια τέτοια στιγμή.